- αμύντωρ
- Όνομα μυθολογικών προσώπων.
1. Βοιωτός, ονομαστός για την περικεφαλαία του, που ήταν κοσμημένη με δόντια κάπρου.
2. Πατέρας του Φοίνικα, που καταράστηκε τον γιο του να μείνει άτεκνος, επειδή, από στοργή προς τη μητέρα του, κατέκτησε την ερωμένη του πατέρα του.
3. Βασιλιάς του Ορμενίου, πατέρας της Αστυδάμειας, που δεν την έδινε σύζυγο στον Ηρακλή, επειδή ο ήρωας ήταν ήδη νυμφευμένος με τη Δηιάνειρα. Ο Ηρακλής τον σκότωσε και πήρε την Αστυδάμεια, από την οποία απέκτησε τον Κτήσιππο.
4. Πατέρας του Ηφαιστίωνα.
5. Βασιλιάς των Δολόπων. Έδωσε τον γιο του Κράντορα όμηρο στον νικητή του Πηλέα.
6. Σύζυγος της Δαναΐδας Δαμόνης που θανατώθηκε, όπως και οι υπόλοιποι Αιγυπτιάδες άντρες των Δαναΐδων.
* * *ἀμύντωρ (-ορος), ο (Α)1. βοηθός, υπερασπιστής2. αυτός που αμύνεται, που αποκρούει, που απωθεί3. εκδικητής.[ΕΤΥΜΟΛ. < ἀμύνω.ΣΥΝΘ. αρχ. ἐπαμύντωρ «υπερασπιστής, τιμωρός». Ο τ. υπάρχει και ως κύριο όνομα].
Dictionary of Greek. 2013.